周
周 ελληνικός ορισμός
zhōu
- εβδομάδα
zhōu
- εβδομάδα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 侜 : to conceal; to cover;
- 啁 : twittering of birds;
- 喌 : syllable;
- 婤 : (feminine name);
- 州 : κατάσταση
- 洲 : ήπειρος
- 盩 : name of a district in Shaanxi;
- 粥 : χυλός
- 舟 : σκάφος
- 诌 : to make up (a story); Taiwan pr. [zou1];
- 诪 : (literary) to curse; to deceive; to lie;
- 赒 : to give to the needy; to bestow alms; charity;
- 辀 : (literary) shaft (of a cart); cart;
- 騆 : divine horse;
Παραδείγματα ποινών με 周
-
我准备周末把房间打扫一下。
Wǒ zhǔnbèi zhōumò bǎ fángjiān dǎsǎo yīxià. -
这件事,在周末前必须完成。
Zhè jiàn shì, zài zhōumò qián bìxū wánchéng. -
这个周末你有什么安排?
Zhège zhōumò nǐ yǒu shé me ānpái? -
我想周末去参观长城。
Wǒ xiǎng zhōumò qù cānguān chángchéng. -
他们竟然只用了一周就完成了任务。
Tāmen jìngrán zhǐ yòngle yīzhōu jiù wánchéngle rènwù.
Λέξεις που περιέχουν 周, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 周末 (zhōu mò) : σαββατοκύριακο
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 周围 (zhōu wéi) : περίπου
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 周到 (zhōu dao) : προσεκτικός
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 众所周知 (zhòng suǒ zhōu zhī) : πολύ γνωστό
- 周边 (zhōu biān) : περιβάλλων
- 周密 (zhōu mì) : προσεκτικός
- 周年 (zhōu nián) : επέτειος
- 周期 (zhōu qī) : κύκλος
- 周折 (zhōu zhé) : ανακύκλωση
- 周转 (zhōu zhuǎn) : τζίρος