坑
坑 ελληνικός ορισμός
kēng
- λάκκος
kēng
- λάκκος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 坑, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
-
坑 (kēng): λάκκος
-