埋
埋 ελληνικός ορισμός
mái
- θαμμένος
mái
- θαμμένος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 霾 : haze;
Λέξεις που περιέχουν 埋, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 埋伏 (mái fú) : ενέδρα
- 埋没 (mái mò) : θαμμένος
- 埋葬 (mái zàng) : θάβω
- 埋怨 (mán yuàn) : κανω παραπονα