够
夠
够 ελληνικός ορισμός
gòu
- αρκετά
gòu
- αρκετά
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 够
-
今天够冷的。
Jīntiān gòu lěng de. -
我能够得着树上的苹果。
Wǒ nénggòu dézháo shù shàng de píngguǒ.
Λέξεις που περιέχουν 够, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
-
够 (gòu): αρκετά
-