奶 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

奶 ελληνικός ορισμός

nǎi

  • γάλα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to be; thus; so; therefore; then; only; thereupon;
  • : you (dialect);
  • : neon (chemistry);
  • : (old) neodymium; neptunium (chemistry);

Παραδείγματα ποινών με 奶

  • 牛奶不好喝。
    niúnǎi bù hǎo hē
  • 睡觉前喝杯牛奶吧。
    Shuìjiào qián hē bēi niúnǎi ba.
  • 奶奶非常喜欢我们送的礼物。
    Nǎinai fēicháng xǐhuān wǒmen sòng de lǐwù.
  • 奶奶经常给我讲过去的事情。
    Nǎinai jīngcháng gěi wǒ jiǎn.Guòqù de shìqíng.
  • 我奶奶住在北京。
    Wǒ nǎinai zhù zài běijīng.

Λέξεις που περιέχουν 奶, ανά επίπεδο HSK