寒
寒 ελληνικός ορισμός
hán
- κρύο
hán
- κρύο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 寒, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 寒假 (hán jià) : χειμερινές διακοπές
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 寒暄 (hán xuān) : χαιρετισμός
- 严寒 (yán hán) : σοβαρό κρύο