庭 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

庭 ελληνικός ορισμός

tíng

  • δικαστήριο

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Λέξεις που περιέχουν 庭, ανά επίπεδο HSK