拌
拌 ελληνικός ορισμός
bàn
- μείγμα
bàn
- μείγμα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 拌, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 搅拌 (jiǎo bàn) : ταραχή