瓣
瓣 ελληνικός ορισμός
bàn
- βαλβίδα
bàn
- βαλβίδα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 瓣, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 花瓣 (huā bàn ) : πέταλο