揾 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

揾 ελληνικός ορισμός

wěn

  • to look for (Cantonese)
  • Mandarin equivalent: 找[zhao3]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : cut across (throat);
  • : φιλί
  • : the corners of the mouth; the lips;
  • : σταθερός
  • : Japanese variant of 穩|稳;
  • : μπλεγμένος