摅 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

摅 ελληνικός ορισμός

shū

  • set forth
  • to spread

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : βιβλίο
  • : sudden; abrupt; Taiwan pr. [shu4];
  • : θείος
  • : pretty woman;
  • : εξπρές
  • : dice; gambling; to release;
  • : book
  • : to kill; a spear;
  • : hinge; pivot;
  • : χτένα
  • : the hole in the center of a wheel accommodating the axle (archaic);
  • : ειδικός
  • : spear;
  • : rug;
  • : warm and virtuous; (used in given names); Taiwan pr. [shu2];
  • : αραιός
  • : a kind of sackcloth;
  • : abundant; ample; at ease; relaxed; to free from; to relieve;
  • : σου
  • : legumes (peas and beans);
  • : λαχανικό
  • : Lu
  • : χάνω