撑
撐
撑 ελληνικός ορισμός
chēng
- υποστήριξη
chēng
- υποστήριξη
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 撑, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 支撑 (zhī chēng) : υποστήριξη