操
操 ελληνικός ορισμός
cāo
- γαμώ
cāo
- γαμώ
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 糙 : τραχύς
Λέξεις που περιέχουν 操, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 操场 (cāo chǎng) : παιδική χαρά
- 操心 (cāo xīn) : ανησυχία
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 操劳 (cāo láo) : δούλεψε σκληρά
- 操练 (cāo liàn) : πρακτική
- 操纵 (cāo zòng) : χειραγωγώ
- 操作 (cāo zuò) : λειτουργικός