春 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

春 ελληνικός ορισμός

chūn

  • άνοιξη

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Παραδείγματα ποινών με 春

  • 春天来了,小草绿了。
    Chūntiān láile, xiǎo cǎolǜle.
  • 春天是一年的开始。
    Chūntiān shì yī nián de kāishǐ.
  • 春天来了,树和草都绿了。
    Chūntiān láile, shù hé cǎo dōu lǜle.
  • 春天终于来了。
    Chūntiān zhōngyú láile.
  • 时间过得真快,要过春节了。
    Shíjiānguò dé zhēn kuài, yàoguò chūnjiéle.

Λέξεις που περιέχουν 春, ανά επίπεδο HSK