氰 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

氰 ελληνικός ορισμός

qíng

  • cyanogen (CN)2
  • ethane dinitrile

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : violent; strong;
  • : κατάσταση
  • : κινητήρας
  • : σαφή
  • : instrument for straightening bows;
  • : swoon;
  • : to tattoo criminals on the face or forehead;