晴 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

晴 ελληνικός ορισμός

qíng

  • σαφή

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : violent; strong;
  • : κατάσταση
  • : κινητήρας
  • : instrument for straightening bows;
  • : swoon;
  • : cyanogen (CN)2; ethane dinitrile;
  • : to tattoo criminals on the face or forehead;

Παραδείγματα ποινών με 晴

  • 今天天气晴/阴。
    Jīntiān tiānqì qíng/yīn.
  • 今天是晴天。
    Jīntiān shìqíngtiān.

Λέξεις που περιέχουν 晴, ανά επίπεδο HSK