漜 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

漜 ελληνικός ορισμός

  • mud

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : και επίσης
  • : to smelt; to cast; seductive in appearance;
  • : thing; matter (Cantonese); see also 乜嘢[mie1 ye3];
  • : wild
  • : άγριος