矢 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

矢 ελληνικός ορισμός

shǐ

  • arrow
  • dart
  • straight
  • to vow
  • to swear
  • old variant of 屎[shi3]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά