短 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

短 ελληνικός ορισμός

duǎn

  • μικρός

Επίπεδα HSK


Παραδείγματα ποινών με 短

  • 这条裤子有点儿短。
    Zhè tiáo kùzi yǒudiǎn er duǎn.
  • 这件事在短时间内很难做完。
    Zhè jiàn shì zài duǎn shíjiān nèi hěn nán zuò wán.
  • 有事儿请给我发短信或者打电话。
    Yǒushì er qǐng gěi wǒ fā duǎnxìn huòzhě dǎ diànhuà.

Λέξεις που περιέχουν 短, ανά επίπεδο HSK