缺
缺 ελληνικός ορισμός
quē
- έλλειψη
quē
- έλλειψη
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 缺
-
你看还缺少什么,我现在就去买。
Nǐ kàn hái quēshǎo shénme, wǒ xiànzài jiù qù mǎi. -
人不能拿自己的缺点和别人的优点比较。
Rén bùnéng ná zìjǐ de quēdiǎn hé biérén de yōudiǎn bǐjiào. -
每个人身上都有优点和缺点。
Měi gèrén shēnshang dōu yǒu yōudiǎn hé quēdiǎn.
Λέξεις που περιέχουν 缺, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 缺点 (quē diǎn) : μειονέκτημα
- 缺少 (quē shǎo) : έλλειψη
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 缺乏 (quē fá) : έλλειψη
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 缺口 (quē kǒu) : χάσμα
- 缺席 (quē xí) : απουσία
- 缺陷 (quē xiàn) : ελάττωμα