肤
膚
肤 ελληνικός ορισμός
fū
- δέρμα
fū
- δέρμα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 肤
-
妈妈很注意保护皮肤。
Māmā hěn zhùyì bǎohù pífū.
Λέξεις που περιέχουν 肤, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 皮肤 (pí fū) : δέρμα