膜
膜 ελληνικός ορισμός
mó
- μεμβράνη
mó
- μεμβράνη
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 膜, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
-
膜 (mó): μεμβράνη
-