摩
摩 ελληνικός ορισμός
mó
- μω
mó
- μω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 摩, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 摩托车 (mó tuō chē) : μοτοσυκλέτα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 按摩 (àn mó) : μασάζ
- 摩擦 (mó cā) : τριβή