荣
榮
荣 ελληνικός ορισμός
róng
- ρονγκ
róng
- ρονγκ
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 嬫 : (used in female names);
- 容 : περιεχόμενο
- 嵘 : lofty;
- 戎 : generic term for weapons (old); army (matters); military affairs;
- 栄 : Japanese variant of 榮|荣[rong2];
- 榕 : banyan tree; Ficus wightiana;
- 榮 : Wing
- 毧 : down; felt;
- 溶 : τήκω
- 熔 : to smelt; to fuse;
- 狨 : marmoset (zoology);
- 瑢 : gem ornaments for belts;
- 绒 : βελούδο
- 羢 : wool of sheep;
- 茸 : confused; fluffy; luxuriant growth;
- 蓉 : short name for Chengdu 成都[Cheng2 du1];
- 蝾 : salamander;
- 融 : τήκω
- 鎹 : Japanese kokuji pr. kasugai; cramp; tie;
- 镕 : to smelt; to fuse; variant of 熔[rong2];
Λέξεις που περιέχουν 荣, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 繁荣 (fán róng) : ευημερία
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 光荣 (guāng róng) : δόξα
- 荣幸 (róng xìng) : με ευχαρίστηση
- 荣誉 (róng yù) : τιμή
- 欣欣向荣 (xīn xīn xiàng róng) : ευδοκιμούν
- 虚荣 (xū róng) : ματαιοδοξία