蒻 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

蒻 ελληνικός ορισμός

ruò

  • young rush (Typha japonica), a kind of cattail
  • konnyaku (in Japanese cooking), solidified jelly made from the rhizome of devil's tongue

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά