衰
衰 ελληνικός ορισμός
shuāi
- πτώση
shuāi
- πτώση
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 摔 : πτώση
Λέξεις που περιέχουν 衰, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 衰老 (shuāi lǎo) : γηρασμός
- 衰退 (shuāi tuì) : πτώση