逼
逼 ελληνικός ορισμός
bī
- δύναμη
bī
- δύναμη
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 逼, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 逼迫 (bī pò) : δύναμη