偿还 έννοια και προφορά

偿还
Απλοποιημένη λέξη
償還
Παραδοσιακή λέξη

偿还 ελληνικός ορισμός

cháng huán

  • ανταποδίδω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cháng): αποζημίωση
  • (hái): επίσης