还
還
还 ελληνικός ορισμός
hái
- επίσης
hái
- επίσης
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 还
-
妈妈 50 岁了,看起来还很年轻。
Māmā 50 suìle, kàn qǐlái hái hěn niánqīng. -
我还少本书。
Wǒ hái shǎo běn shū. -
杯子里还有水吗?
Bēizi lǐ hái yǒu shuǐ ma? -
这是我的小儿子,他还有个哥哥。
Zhè shì wǒ de xiǎo érzi, tā hái yǒu gè gēgē. -
你还要再等我 10 分钟。
Nǐ hái yào zài děng wǒ 10 fēnzhōng.
Λέξεις που περιέχουν 还, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 2
-
还 (hái): επίσης (επίρρημα)
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 还是 (hái shì) : ακομα ειναι
-
还 (huán): επιστροφή (ρήμα)
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 讨价还价 (tǎo jià huán jià) : παζάρι
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 偿还 (cháng huán) : ανταποδίδω
- 归还 (guī huán) : επιστροφη
- 还原 (huán yuán) : μείωση