偿
償
偿 ελληνικός ορισμός
cháng
- αποζημίωση
cháng
- αποζημίωση
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 偿, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 赔偿 (péi cháng) : αποζημίωση
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 补偿 (bǔ cháng) : μακιγιάζ
- 偿还 (cháng huán) : ανταποδίδω
- 得不偿失 (dé bù cháng shī) : δεν αξίζει την απώλεια
- 无偿 (wú cháng) : ελεύθερος