占线 έννοια και προφορά

占线
Απλοποιημένη λέξη
占線
Παραδοσιακή λέξη

占线 ελληνικός ορισμός

zhàn xiàn

  • απασχολημένος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhàn): καταλαμβάνουν
  • 线 (xiàn): γραμμή

Παραδείγματα ποινών με 占线

  • 我连着打了几次,他的电话都占线。
    Wǒ liánzhe dǎle jǐ cì, tā de diànhuà dōu zhànxiàn.