印刷 έννοια και προφορά

印刷
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

印刷 ελληνικός ορισμός

yìn shuā

  • τυπώνω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (yìn): σφραγίδα
  • (shuā): βούρτσα