发扬 έννοια και προφορά

发扬
Απλοποιημένη λέξη
發揚
Παραδοσιακή λέξη

发扬 ελληνικός ορισμός

fā yáng

  • μεταφέρουν

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fā): μαλλιά
  • (yáng): νέος