吃
吃 ελληνικός ορισμός
chī
- τρώω
chī
- τρώω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 吃
-
那些菜,我都喜欢吃。
Nàxiē cài, wǒ dōu xǐhuān chī. -
他吃一点。
Tā chī yīdiǎn. -
狗都太喜欢吃。
Gǒu dōu tài xǐhuān chī. -
猫不吃苹果。
Māo bù chī píngguǒ. -
我吃米饭,你呢?
Wǒ chī mǐfàn, nǐ ne?
Λέξεις που περιέχουν 吃, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 1
-
吃 (chī): τρώω
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 2
- 好吃 (hǎo chī) : καλό να φας
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 吃惊 (chī jīng) : να εκπλαγείτε
- 小吃 (xiǎo chī) : πρόχειρο φαγητό
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 吃亏 (chī kuī) : υποφέρω
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 吃苦 (chī kǔ) : υποφέρω
- 吃力 (chī lì) : κουραστικός