地道 έννοια και προφορά

地道
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

地道 ελληνικός ορισμός

dì dao

  • τυπικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (de): εδαφος
  • (dào): τάο