实用 έννοια και προφορά

实用
Απλοποιημένη λέξη
實用
Παραδοσιακή λέξη

实用 ελληνικός ορισμός

shí yòng

  • πρακτικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shí): πραγματικός
  • (yòng): χρήση