引起
引起 ελληνικός ορισμός
yǐn qǐ
- αιτία
yǐn qǐ
- αιτία
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 引起
-
这件事引起了大家的不满。
Zhè jiàn shì yǐnqǐle dàjiā de bùmǎn.