感受 έννοια και προφορά

感受
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

感受 ελληνικός ορισμός

gǎn shòu

  • αφή

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gǎn): έννοια
  • (shòu): λαμβάνω