受
受 ελληνικός ορισμός
shòu
- λαμβάνω
shòu
- λαμβάνω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 受
-
他的画儿很受大家欢迎。
Tā dehuà er hěn shòu dàjiā huānyíng. -
像校长这样的人,到哪里都很受欢迎。
Xiàng xiàozhǎng zhèyàng de rén, dào nǎlǐ dōu hěn shòu huānyíng. -
你的意见我都接受。
Nǐ de yìjiàn wǒ dū jiēshòu. -
我感冒了,身体很难受。
Wǒ gǎnmàole, shēntǐ hěn nánshòu. -
他接受了别人对他的批评。
Tā jiēshòule biérén duì tā de pīpíng.
Λέξεις που περιέχουν 受, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 接受 (jiē shòu) : αποδέχομαι
- 难受 (nán shòu) : αβολος
- 受不了 (shòu bù liǎo) : δεν αντέχω
- 受到 (shòu dào) : υποφέρω
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 承受 (chéng shòu) : αρκούδα
- 感受 (gǎn shòu) : αφή
- 受伤 (shòu shāng) : τραυματίας
- 享受 (xiǎng shòu) : απολαμβάνω
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 忍受 (rěn shòu) : υποφέρω
- 受罪 (shòu zuì) : υποφέρω
- 遭受 (zāo shòu) : υποφέρω