根深蒂固 έννοια και προφορά

根深蒂固
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

根深蒂固 ελληνικός ορισμός

gēn shēn dì gù

  • βαθιά ριζωμένος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gēn): ρίζα
  • (shēn): βαθύς
  • (dì): pedicle
  • (gù): στερεός