母亲 έννοια και προφορά

母亲
Απλοποιημένη λέξη
母親
Παραδοσιακή λέξη

母亲 ελληνικός ορισμός

mǔ qīn

  • μητέρα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (mǔ): μητέρα
  • (qīn): αγαπητός

Παραδείγματα ποινών με 母亲

  • 我来介绍一下,这位是我的母亲。
    Wǒ lái jièshào yīxià, zhè wèi shì wǒ de mǔqīn.