亲
親
亲 ελληνικός ορισμός
qīn
- αγαπητός
qīn
- αγαπητός
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 亲
-
我父亲今年八十三岁了。
Wǒ fùqīn jīnnián bāshísān suìle. -
我来介绍一下,这位是我的母亲。
Wǒ lái jièshào yīxià, zhè wèi shì wǒ de mǔqīn. -
我的亲戚大多住在北京。
Wǒ de qīnqī dàduō zhù zài běijīng.
Λέξεις που περιέχουν 亲, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 父亲 (fù qīn) : πατέρας
- 母亲 (mǔ qīn) : μητέρα
- 亲戚 (qīn qi) : συγγενής
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 亲爱 (qīn ài) : αγαπητός
- 亲切 (qīn qiè) : είδος
- 亲自 (qīn zì) : προσωπικά
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 亲密 (qīn mì ) : κλείσε
- 亲热 (qīn rè) : στοργικός