母
母 ελληνικός ορισμός
mǔ
- μητέρα
mǔ
- μητέρα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 母
-
父母应该给孩子更多的鼓励。
Fùmǔ yīnggāi gěi hái zǐ gēng duō de gǔlì. -
父母很重视孩子的教育。
Fùmǔ hěn zhòngshì háizi de jiàoyù. -
我来介绍一下,这位是我的母亲。
Wǒ lái jièshào yīxià, zhè wèi shì wǒ de mǔqīn.
Λέξεις που περιέχουν 母, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 母亲 (mǔ qīn) : μητέρα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 字母 (zì mǔ) : γράμμα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 伯母 (bó mǔ) : θεία
- 母语 (mǔ yǔ) : μητρική γλώσσα
- 岳母 (yuè mǔ ) : πεθερά