毒品 έννοια και προφορά

毒品
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

毒品 ελληνικός ορισμός

dú pǐn

  • φάρμακο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (dú): δηλητήριο
  • (pǐn): προϊόν