紧急 έννοια και προφορά

紧急
Απλοποιημένη λέξη
緊急
Παραδοσιακή λέξη

紧急 ελληνικός ορισμός

jǐn jí

  • επείγων

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jǐn): σφιχτός
  • (jí): ανήσυχος