职能 έννοια και προφορά

职能
Απλοποιημένη λέξη
職能
Παραδοσιακή λέξη

职能 ελληνικός ορισμός

zhí néng

  • λειτουργία

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhí): θέση
  • (néng): μπορώ