迫切 έννοια και προφορά

迫切
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

迫切 ελληνικός ορισμός

pò qiè

  • επείγων

HSK level


Χαρακτήρες

  • (pò): δύναμη
  • (qiè): τομή