伲 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

伲 ελληνικός ορισμός

  • (dialect) I
  • my
  • we
  • our

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to hide;
  • : parapet;
  • : 欮
  • : distressed; famished;
  • : familiar; intimate; to approach;
  • : to drown; to indulge; addicted to; to spoil (a child);
  • : to look askance at;
  • : λιπαρός
  • : women's undergarments;
  • : αντίστροφος