卫
衛
卫 ελληνικός ορισμός
wèi
- φρουρά
wèi
- φρουρά
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 为 : για
- 位 : κομμάτι
- 味 : γεύση
- 喂 : γεια
- 尉 : military officer;
- 徻 : a wide room;
- 慰 : άνεση
- 未 : δεν
- 渭 : the Wei River in Shaanxi through the Guanzhong 關中|关中 plain;
- 為 : for
- 煟 : radiance of fire;
- 猬 : hedgehog (family Erinaceidae);
- 畏 : φόβος
- 罻 : bird net;
- 胃 : στομάχι
- 蔚 : γεια
- 薉 : weedy;
- 衛 : guard
- 衞 : guard
- 褽 : collar;
- 讆 : to exaggerate; incredible;
- 谓 : λένε
- 躗 : to exaggerate; to fabricate; falsehood;
- 霨 : rising of clouds;
- 魏 : tower over a palace gateway (old);
Παραδείγματα ποινών με 卫
-
请问,卫生间在哪儿?
Qǐngwèn, wèishēngjiān zài nǎ'er?
Λέξεις που περιέχουν 卫, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 卫生间 (wèi shēng jiān) : τουαλέτα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 保卫 (bǎo wèi) : υπερασπίζω
- 捍卫 (hàn wèi) : υπερασπίζω
- 卫星 (wèi xīng) : δορυφόρος