太 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

太 ελληνικός ορισμός

tài

  • πολύ

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : κατάσταση
  • : εξαλείφω
  • : ταϊλανδέζικα
  • : peptide (two or more amino acids linked by peptide bonds CO-NH);
  • : phthalein (chemistry);
  • : titanium (chemistry);

Παραδείγματα ποινών με 太

  • 狗都太喜欢吃。
    Gǒu dōu tài xǐhuān chī.
  • 今天太冷了。
    Jīntiān tài lěngle.
  • 这个学校太大了。
    Zhège xuéxiào tài dàle.
  • 这个苹果太想了。
    Zhège píngguǒ tài xiǎngle.
  • 这个苹果太大,我吃不完。
    Zhège píngguǒ tài dà, wǒ chī bù wán.

Λέξεις που περιέχουν 太, ανά επίπεδο HSK